Συνέντευξη: Θοδωρής Βουρνάς «Σκηνοθέτης του κόσμου που θέλει να ζει»!

Πληροφορίες

Παραστάσεις σε επανάληψη | Θέατρο

Παραστάσεις σε επανάληψη | Θέατρο

Ποιες παραστάσεις συνεχίζονται για περισσότερες από μία χρονιά; ... Περισσότερα...

Δημοφιλείς Νέες Παραστάσεις | Θέατρο σεζόν 2023 - 2024

Δημοφιλείς Νέες Παραστάσεις | Θέατρο σεζόν 2023 - 2024

Οι πιο δημοφιλείς νέες θεατρικές παραστάσεις της σεζόν Περισσότερα...

Θοδωρής Βουρνάς

Σκηνοθέτης του κόσμου που θέλει να ζει



Σκηνοθετεί για το θέατρο και τον κινηματογράφο, μέσα σε μια προσπάθεια όχι μόνο να στήσει μια ιστορία με τα δικά του μέτρα και σταθμά, αλλά και να ανακαλύπτει κάθε φορά τις κρυμμένες αλήθειες του εαυτού του, οι οποίες φωτίζονται και αποκαλύπτονται σε κάθε σκηνοθετική του απόπειρα. Είναι γλυκός, χαμογελαστός και αισιόδοξος για τη ζωή και τους ανθρώπους, τι κι αν αυτοί πολλές φορές υποπίπτουν σε σφάλματα και δείχνουν κάτι άλλο απ’ αυτό που πραγματικά είναι, όπως συμβαίνει στο έργο «Η ζωή μου στην τέχνη» του Βρετανού AndrewCowie, με το οποίο καταπιάνεται φέτος καλλιτεχνικά στο θέατρο «Αργώ». Μιλώντας μαζί του, καταλαβαίνεις πως ο Θοδωρής Βουρνάς έχει ως στόχο ζωής να σκηνοθετεί κόσμους μέσα στους οποίους θέλει ο ίδιος να ζει, να δίνει χρώμα σε ασπρόμαυρες σελίδες σεναρίων και να αναδεικνύει μέσω αυτών μια άλλη πραγματικότητα. Όχι τόσο σκληρή, μάλλον πιο φωτεινή…

 

M.C: Πώς ξεκίνησε η ενασχόληση σου με τη σκηνοθεσία;

Θ. Β: Από μικρός είχα αυτό το όνειρο, να ασχοληθώ με τη σκηνοθεσία. Στην αρχή είχα κάποιες ανασφάλειες για το αν θα μπορούσα να ασχοληθώ μ’ ένα επάγγελμα, που απαιτεί να συναναστρέφεσαι με πολύ κόσμο, γιατί ήμουν αρκετά κλειστός ως χαρακτήρας. Κάποια στιγμή έφτασα 25 χρονών και σκέφτηκα ότι, αν δεν το κάνω τώρα, δεν θα το κάνω ποτέ.

M.C: Γιατί σκηνοθέτης και όχι ηθοποιός;

Θ. Β: Δεν με ενδιέφερε ποτέ η υποκριτική. Ήθελα να έχω το συνολικό έλεγχο της ταινίας ή του θεατρικού στο οποίο θα βρισκόμουν. Την  αίσθηση ότι υπάρχει κάποιος που αποφασίζει για όλα, που έχει τον τελικό λόγο. Με ιντριγκάρει όλο αυτό σαν ιδέα.

M.C: Υπάρχουν σκηνοθέτες που θαυμάζεις ή σκηνοθετικές γραμμές που θεωρείς πρότυπα;

Θ. Β: Δεν έχω ούτε σκηνοθέτες πρότυπα, ούτε υπάρχουν σκηνοθεσίες που να με επηρεάζουν τόσο έντονα μέσα μου. Υπάρχουν σκηνοθέτες που μ’ ενδιαφέρει η δουλειά τους, που τους παρακολουθώ, αλλά ως εκεί. Γενικά δεν είμαι άνθρωπος που έχω πρότυπα, από την άποψη ότι δεν μου αρέσει να εξιδανικεύω τα πράγματα.  

M.C: Τι μπορεί να σε επηρεάσει για να σκηνοθετήσεις;

Θ. Β: Η δεδομένη στιγμή, η συνθήκη μέσα στην οποία ζω εκείνη τη χρονική περίοδο. Κάθε τι που ζεις μια δεδομένη στιγμή, περνάει στη διάθεση σου και επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεις κάθε έργο. Από την άλλη, σκέφτομαι πολύ πως και εγώ θα ήθελα, αν ήμουν θεατής, να δω αυτό το έργο να ανοίγεται μπροστά μου. Πάντα τα κριτήρια είναι αμιγώς προσωπικά. Σκηνοθετώ έναν κόσμο έτσι όπως εγώ τον βλέπω ή όπως εγώ θα ήθελα να είναι.

M.C: Το γεγονός αυτό έχει οδηγήσει και τη σκηνοθεσία σήμερα σε πιο αντισυμβατικές φόρμες κατά τη γνώμη σου;

Θ. Β: Σίγουρα το προσωπικό κριτήριο οδηγεί σε κάτι πολύ μοναδικό. Προσωπικά, μου αρέσει πολύ να βλέπω νέες φόρμες σε πράγματα που ο άλλος έχει στο μυαλό του σαν «κλασσικά». Από την άλλη, ως Θοδωρής αισθάνομαι μεγαλύτερη ασφάλεια να λειτουργώ μέσα σε φόρμες πιο κλασσικές, πιο γραμμικές. Ξέρεις όμως, δεν υπάρχει κανόνας για το πώς πρέπει να είναι ένας σκηνοθέτης. Όλα είναι υποκειμενικά.

M.C: Δραστηριοποιείσαι επαγγελματικά στη σκηνοθεσία μόλις πέντε χρόνια και μέσα σ’ αυτό το μικρό χρονικό διάστημα έχεις κάνει ήδη αρκετά πράγματα, μερικά από τα οποία είναι και βραβευμένα. Πώς το αισθάνεσαι μέσα σου όλο αυτό;

Θ. Β: Χαίρομαι για ό, τι πηγαίνει καλά και στενοχωριέμαι για το αντίθετο. Η αλήθεια είναι ότι, επειδή απαιτεί τόσο κόπο να κάνεις μια παράσταση ή μια ταινία, από την άποψη πως λόγω κρίσης αναγκάζομαι να παίρνω κι άλλους ρόλους, εκτός του σκηνοθέτη, νομίζω πως παίρνω την ικανοποίηση του αποτελέσματος και έπειτα μια συναισθηματική απόσταση απ’ όλο αυτό.

M.C: Πώς το εννοείς αυτό;

Θ. Β: Το αγαπώ, το κρατάω μέσα μου, αλλά έχω την ανάγκη να φύγω μακριά του για να αρχίσω να πλάθω στο μυαλό μου το επόμενο βήμα.

M.C: Είπες πριν ότι σε μια δουλειά σου αναγκάζεσαι να παίρνεις κι άλλους ρόλους, εκτός του βασικού, που είναι αυτός του σκηνοθέτη…

Θ. Β: Φυσικά! Μα, οι περισσότερες παραστάσεις και ταινίες στην Ελλάδα πλέον λειτουργούν έτσι. Είναι μια δουλειά στα όρια του χόμπι, αν σκεφτείς ότι δεν μπορείς να ζήσεις, να βγάλεις λεφτά απ’ όλο αυτό. Κάθε μέρα ζεις με το άγχος του βιοπορισμού. Αναγκάζεσαι εκ των πραγμάτων για να στήσεις μια παράσταση να πάρεις πάνω σου κι άλλες ευθύνες, λόγω μειωμένου budget.

M.C: Άρα, η δύναμη έρχεται μέσω της ματαιοδοξίας για να συνεχίσεις;

Θ. Β: Υπάρχει μια έντονη νότα ματαιοδοξίας σε όλο αυτό, είναι αλήθεια. Δύναμη μου δίνει ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Αν δεν συνεχίσω να κάνω αυτό που θέλω να κάνω, πρέπει να κάτσω σπίτι μου να κοιτάω το ταβάνι.

M.C: Με τι κίνητρο οδηγείσαι στην επόμενη δουλειά σου;

Θ. Β: Να σου πω κάτι; Νομίζω πως κάθε φορά που ψάχνω να βρω την επόμενη δουλειά μου, ανακαλύπτω περισσότερο τον χαρακτήρα μου. Ξεκινάω απ’ το μηδέν και ανάλογα με τη διάθεση μου πηγαίνω γύρω από κείμενα με θέματα, τα οποία αισθάνομαι ότι έχουν κάτι να μου πουν, κάτι να μου δείξουν. Στην προκειμένη φάση είχα έντονη διάθεση να κάνω κάτι ανάλαφρο, κάτι που δεν θα με προβληματίσει και πολύ, κάτι για να ξεχαστώ.

M.C: Μέσα απ’ τη σκηνοθεσία, δηλαδή, ανακαλύπτεις πράγματα για τον εαυτό σου;

Θ. Β: Προφανώς. Έχει ζυμωθεί πολύ ο τρόπος σκέψης μου, κάνω ξεκάθαρη την αντίληψη μου ως προς τους ανθρώπους. Οι σκέψεις μου, η προσωπική μου αισθητική εξελίσσονται και ωριμάζουν. Αν κάτι μου έχει μείνει έντονα αυτό τον χρόνο είναι ότι ζούμε στην Ελλάδα της κρίσης και έχουμε ταυτίσει την κρίση με όλες τις πτυχές της ζωής μας, γεγονός που είναι πολύ δυσάρεστο.

M.C: Εκ των πραγμάτων, αν σκεφτείς ότι η κρίση εισχωρεί παντού στην καθημερινότητα μας, απ’ το πιο μεγάλο έως το πιο μικρό...

Θ. Β: Θεωρώ πως έχουμε αφήσει να γίνουμε θύματα της κατάστασης. Ταυτίζουμε την κρίση με τα πάντα, απ’ το φαγητό που τρώμε έως τον καφέ που πίνουμε. Δεν πρέπει να το σκεφτόμαστε όλη την ώρα. Ψάχνοντας να βρω τι θέλω να κάνω, όταν όλος ο περίγυρος μου μιλούσε για κρίση, κατάλαβα ότι δεν ήθελα να μιλάω πια γι’ αυτό. Βρήκα ένα έργο για τη σοβαροφάνεια και την υποκρισία, για το πώς λειτουργούμε με τους ανθρώπους ανάλογα με τη συγκυρία και είπα «εδώ είμαστε».

M.C: Επενδύει ο κόσμος να δει στο θέατρο κάτι που δεν αφορά την πραγματικότητα του;

Θ. Β: Ο κόσμος πάει θέατρο ανάλογα με τις διαθέσεις του εκείνη τη μέρα, όχι με το σκεπτικό να δω κάτι που βλέπω γύρω μου κάθε μέρα. Δεν πιστεύω πως κάποιος θα ψάξει να βρει ποια παράσταση μιλά για την κρίση και θα τρέξει να τη δει. Είναι καθαρά στη διάθεση της στιγμής.

M.C: Επιλέγεις λοιπόν να σκηνοθετήσεις το «Η ζωή μου στην τέχνη» του Άντριου Κάουι. Πέραν του ότι, όπως είπες, ήθελες να κάνεις κάτι ανάλαφρο και εκτός της πολυσυζητημένης κρίσης, τι ήταν αυτό που σε γοήτευσε σ’ αυτό το έργο;

Θ. Β: Το πόσο εύκολα μπλέκεται η ζωή και η τέχνη. Οι χαρακτήρες του έργου ψάχνουν στην επαγγελματική τους ζωή να βρουν όσα δεν έχουν στην προσωπική τους, προσπαθούν δηλαδή να καλύψουν τα κενά τους σε λάθος χώρο. Είναι το «κάνω θέατρο για τους λάθους λόγους» και είναι κάτι που συμβαίνει.

M.C: Η ζωή μόνο με την τέχνη μπερδεύεται; Αποκλείεται να μπερδευτεί και στο επάγγελμα του δικηγόρου, λόγου χάρη;

Θ. Β: Φυσικά! Δεν μπορώ να φανταστώ ότι υπάρχει κλάδος που δεν μπλέκονται τα πράγματα. Όλοι λίγο πολύ παίζουμε ρόλους ανάλογα με τη συνθήκη. Φαντάσου ότι πας πρώτη μέρα στη δουλειά. Θα θες να φανείς υπέροχος, επομένως θα δώσεις λάθος εντύπωση.

M.C: Επομένως το έργο μιλά για την υποκρισία;

Θ. Β: Δεν είναι υποκρισία. Θεμιτά είναι αυτά τα πράγματα. Το έργο συναντά τους χαρακτήρες σε μία απ’ τις πρώτες πρόβες του έργου. Στις πρώτες πρόβες λοιπόν δείχνουν έναν άλλον εαυτό απ’ αυτόν που πραγματικά είναι. Δεν είναι εξαίρεση, είναι το πώς λειτουργεί ο κόσμος. Είναι ένα έργο που μιλά για τη σοβαροφάνεια στις ανθρώπινες σχέσεις, κάτι πολύ αληθινό, κάτι που συμβαίνει παντού και όχι πάντα με κακές διαθέσεις.

M.C: Κάποιος όμως που θα παρακολουθήσει την παράσταση, μπορεί να φθάσει στο συμπέρασμα ότι ο χώρος της τέχνης είναι ένας χώρος ψευτιάς, έλλειψης σοβαρότητας, αντιζηλίας, ματαιοδοξίας και πισώπλατων μαχαιριών. Να επιβεβαιώσει δηλαδή μια εικόνα που περιστρέφεται έντονα, έστω και ως φήμη, γύρω απ’ το θέατρο χρόνια τώρα…

Θ. Β: Δεν πιστεύω πως το έργο εκθέτει το θέατρο. Παρουσιάζει όλα αυτά που λες, ίσως στον υπερθετικό βαθμό χάριν της δραματουργίας, όμως αυτό στο οποίο πρέπει να σταθεί κανείς βλέποντας το έργο είναι πως ό, τι βλέπει δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αλήθεια των ηρώων και θα καταλάβει πως και ο ίδιος, πολλές φορές μέσα στη ζωή του έχει λειτουργήσει κάπως έτσι. Όπως σου είπα, όλα αυτά είναι θεμιτά. Ο κόσμος του θεάτρου είναι μέσα στη ζωή, όχι έξω από αυτή, άρα δεν είναι κάτι ιδιαίτερο ή κάτι διαφορετικό.

M.C: Αν υποθέσουμε ότι ο σκηνοθέτης δημιουργεί έναν κόσμο απ’ το πουθενά, ο δικός σου ο κόσμος πώς θα ήθελες να είναι σκηνοθετημένος;

Θ. Β: Θα ήθελα να είχε ήλιο, να μην υπήρχε ρατσισμός και να γελούσαμε λίγο παραπάνω… Θετικός κόσμος!

 

«Η Ζωή μου στη Τέχνη»
του Andrew Cowie
Σκηνοθεσία του Θοδωρή Βουρνά
στο Θέατρο Αργώ

Η κωμωδία «Η ζωή μου στη τέχνη» του Άγγλου συγγραφέα Andrew Cowie (Άντριου Κάουι) ανεβαίνει από την Πέμπτη 24 Απριλίου 2014 και κάθε Πέμπτη και Παρασκευή στις 9:15 μμ, στο Θέατρο Αργώ , μεταφρασμένη από τον Σωτήρη Νικόλαο Κάσσο και σε σκηνοθεσία του Θοδωρή Βουρνά.

Συντελεστές
Μετάφραση: Σωτήρης Νικόλαος Κάσσος
Σκηνοθεσία: Θοδωρής Βουρνάς
Μουσική: Σωτήρης Νικόλαος Κάσσος
Σχεδιασμός Φωτισμών: Βασίλης Κλωτσοτήρας
Σκηνογράφος: Θανάσης Νεοφώτιστος
Ενδυματολόγος: Εύα Γαϊτανίδου
Καλλιτεχνική επιμέλεια: Βασίλης Τζιώκας
Βοηθός σκηνοθέτη: Δήμητρα Αθανασίου

Ηθοποιοί: Ανδρονίκη Αβδελιώτη, Νίκος Αναγνωστόπουλος, Παναγιώτης Νάτσης περισσότερα...

 

Απαγορεύεται αυστηρά η χρήση φωτογραφιών, video & κειμένων για αναδημοσίευση χωρίς την άδεια μας ή/και αναφορά του musicity.gr και του συντάκτη / φωτογράφου ως πηγή.

Ανακοινώθηκαν πρόσφατα