Συνέντευξη: Casus Belli: «Αν ο άνθρωπος δεν χάσει τα πάντα, δεν θα επαναστατήσει…»!

Πληροφορίες

Παραστάσεις σε επανάληψη | Θέατρο

Παραστάσεις σε επανάληψη | Θέατρο

Ποιες παραστάσεις συνεχίζονται για περισσότερες από μία χρονιά; ... Περισσότερα...

Δημοφιλείς Νέες Παραστάσεις | Θέατρο σεζόν 2023 - 2024

Δημοφιλείς Νέες Παραστάσεις | Θέατρο σεζόν 2023 - 2024

Οι πιο δημοφιλείς νέες θεατρικές παραστάσεις της σεζόν Περισσότερα...

Casus Belli

Αν ο άνθρωπος δεν χάσει τα πάντα, δεν θα επαναστατήσει…»

Κωδικό όνομα: Casus Belli, δηλαδή «αφορμή πολέμου». Όχι τον πόλεμο όπως εμείς τον έχουμε στο μυαλό μας, αλλά όπως μια ομάδα νέων, ταλαντούχων ηθοποιών μπορεί να ονειρεύεται επαναστατικά, μέσα από ιδέες ρηξικέλευθες το μέλλον του θεάτρου στην Ελλάδα. Είναι η Μαρίνα Νατιώτη, η Ανδρονίκη Αβδελιώτη, η Ελίζα Πιτσικώνη και ο Μάριος Πλιάτσικας, αυτή η ομάδα που από τις 19 Οκτωβρίου στο θέατρο «Eliart» θα δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα όπως η υποταγή, η βία και η σιωπή.

 

M.C: Ας ξεκινήσουμε με την υπόθεση του έργου… Τι πρόκειται να δούμε στην παράσταση;

Μ.Ν.: To έργο πραγματεύεται το φαινόμενο της ψυχοκόρης, των κοριτσιών δηλαδή που δίνονταν από φτωχές οικογένειες στα αστικά σπίτια, με τη συγκάλυψη ότι θα αναλάβουν την ανατροφή και το μεγάλωμα τους μέχρι την ενηλικίωση τους, όμως, στην ουσία ήταν υπηρέτριες. Βέβαια, αυτό έχει περάσει στη συνείδηση μας ως κάτι ευεργετικό αλλά, αν κάτσουμε και σκεφτούμε ότι επρόκειτο για ανήλικα παιδιά που αναλάμβαναν πολύ σκληρές δουλειές και έμεναν ανεκπαίδευτα, θα δούμε ότι δεν διαφέρει σε κάτι απ’ τη δουλεία όπως την έχουμε στο μυαλό μας. Όλο το έργο είναι βασισμένο σε μια κοινωνιολογική μελέτη της Ποθητής Χαντζαρούλα (Σμιλεύοντας την Υποταγή), η οποία είναι πολύ εμπεριστατωμένη, πιάνει δηλαδή απ το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα μέχρι το τέλος του ’60. Εμείς ασχολούμαστε με την μετεμφυλιακή περίοδο.

M.C: Γιατί εστιάσατε σε αυτή την περίοδο της ιστορίας;

Μ.Ν.: Η μετεμφυλιακή Ελλάδα ήταν μια Ελλάδα που νοσούσε από κάθε άποψη και το φαινόμενο της ψυχοκόρης ήταν στο αποκορύφωμα του εκείνη την περίοδο. Είναι όμως λογικό αν σκεφτεί κανείς ότι όπου υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη φτώχεια, φαινόμενα σαν αυτό ανθίζουν.

M.C: Πόσο εύκολο ήταν να μετατρέψετε ένα επιστημονικό κείμενο σε θεατρικό λόγο;

Α.Α.: Ήταν αρκετά δύσκολο, αν σκεφτείς ότι όλη η κοινωνιολογική μελέτη ήταν βασισμένη σε αποσπάσματα και μαρτυρίες, ενώ εμείς φτιάξαμε ένα ολοκληρωμένο έργο, την ιστορία μιας γυναίκας που υπήρξε ψυχοκόρη, με αρχή, μέση και τέλος.

Μ.Ν.: Έτσι είναι. Παρόλο όμως, που δεν υπήρχε καμιά θεατρικότητα μέσα σε όλο αυτό, η επιστημονική μελέτη σκιαγραφεί άψογα το κλίμα της εποχής, τις συνθήκες του φαινομένου και την ψυχολογία των γυναικών αυτών, έτσι που, χωρίς να είναι γλαφυρό, μας έδωσε αρκετές πληροφορίες στο να το κάνουμε θεατρικό έργο.

M.C: Ουσιαστικά μιλάμε για έναν άτυπο κοινωνικό θεσμό της εποχής που, δυστυχώς, έχει περιθωριοποιηθεί απ’ τα αφηγήματα της ιστορίας. Γιατί πιστεύετε πως έχει συμβεί αυτό;

Μ.Ν.: Η αλήθεια είναι, ότι ο μέσος Έλληνας έχει στο μυαλό του την ψυχοκόρη σαν κάτι πολύ εύθυμο και ανέμελο απ’ τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο, αλλά μόνο αυτό δεν ήταν. Η μόνη περίπτωση ψυχοκόρης που αποκαλύφθηκε ήταν αυτή της Σπυριδούλας, ενός κοριτσιού που το σιδέρωσαν αυτοί που το είχαν αναλάβει. Μιλάμε για ένα περιστατικό απερίγραπτης βίας, όπου η νεαρή έφτασε στο νοσοκομείο ετοιμοθάνατη. Δυστυχώς, μόνο απ’ αυτή την ιστορία μπορεί κάποιος να καταλάβει τη βιαιότητα του φαινομένου. Γενικότερα, κυριαρχεί η σιωπή και εκ μέρους των ίδιων των γυναικών και της ιστορίας φυσικά.

M.C: Που εντοπίζουμε σήμερα την υποταγή;

Ε.Π.: Σε πάρα πολλά πράγματα και καταστάσεις μέσα στην καθημερινότητα μας, έγκειται η έννοια της υποταγής. Το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό, είναι ο βασικός μισθός και η ανεργία, που σε αναγκάζουν να υποτάσσεσαι σε μια κατάσταση παθητική χωρίς αντίδραση. Σκέφτεσαι ότι για να μη μείνω άνεργος δεν πρέπει να διεκδικήσω τα δικαιώματα μου και έτσι καταλήγουμε να βλέπουμε τους ανθρώπους να μην κάνουν τίποτα για να προασπίσουν όλα αυτά που τους παίρνουν νόμιμα, θεσπίζονται δηλαδή νόμοι για να μην μπορείς να αντιδράσεις και να είσαι υποταγμένος. Αυτό είναι ξεκάθαρο.

M.C: Σήμερα, δηλαδή, συνειδητοποιούμε ότι υποτασσόμαστε σ’ ένα αδηφάγο σύστημα της κοινωνίας, όμως δεν αντιδράμε;

Μ.Ν.: Θα σου απαντήσω μέσα από το νόημα του ίδιου του έργου. Αν είσαι έγκλειστος απ’ τα επτά σου χρόνια, κάτω από συνθήκες βίας και εκφοβισμού, αυτό δομεί μια προσωπικότητα. Αυτός ο άνθρωπος δεν θα καταλάβει ποτέ την υποδούλωση του, είναι η φύση του πια. Αυτό είναι και η υποταγή. Να παίζεις τον ρόλο που ο άλλος πιστεύει για σένα.

Α.Α.: Αν σκεφτείς ότι από τότε που έχει ξεκινήσει αυτή η κατάσταση εμείς συνεχίζουμε την ίδια πορεία, στην πραγματικότητα δεν έχει αλλάξει κάτι. Έχουμε μπει σε ένα δρόμο και προχωράμε στα τυφλά. Κι αυτό συμβαίνει γιατί όλο αυτό γίνεται σταδιακά. Θεωρώ ότι ο κάθε άνθρωπος όσο ακόμα θεωρεί πως έχει ένα σπίτι να μένει και ένα πιάτο φαί να τρώει, ακόμα κι αν αυτό μειώνεται, έρχεται και κλειδώνει, λέει ας μείνω με αυτά. Αυτό είναι υποταγή. Αν δεν χάσεις τα πάντα δεν θα επαναστατήσεις.

Ε.Π.: Εγώ νομίζω ότι και ιδεολογικά το έχουν περάσει μ’ ένα συναίσθημα συνενοχής, ότι δηλαδή κι εσύ φταις γι’ αυτό που σου συμβαίνει. Ένα σημαντικό μέρος του κόσμου έχει πειστεί ότι η θέση που βρίσκεται είναι είτε κανονική είτε αναπόφευκτη, γιατί έχουν περάσει όλο αυτό που συμβαίνει σαν κάτι αναπόφευκτο. Όχι ότι μπορεί να μην φταις, αλλά η ευθύνη δεν είναι ανάλογη.

M.C: Και η σιωπή; Είναι άλλη μια μεγάλη αλήθεια του φαινομένου αλλά και της εποχής μας, πέρα απ’ την υποταγή;

Ε.Π.: Η σιωπή είναι ίσως η χειρότερη αντίδραση απέναντι σε κάτι που βλάπτει τον συνάνθρωπο σου. Είναι, ίσως, χειρότερη η θέση αυτού που δεν μιλά, παρά του θύτη, γιατί έτσι πολλαπλασιάζεται το κακό.

Μ.Ν.: Εγώ πιστεύω, ότι έχουμε μια τάση οι άνθρωποι να οικειοποιούμαστε καταστάσεις που είναι ενάντια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το φαινόμενο των υπηρετριών ενσωματώθηκε τόσο πολύ στην κοινωνία, που η διπλανή γειτόνισσα δεν θα αισθανόταν συμπόνια για το παιδί που βασανίζεται, αλλά ζήλια που δεν έχει κι αυτή μια υπηρέτρια. Είναι η ψυχολογία της μάζας. Βλέπεις κάτι να το κάνουν όλοι και πιστεύεις ότι αυτό είναι το σωστό.

M.C: Εσείς έχετε κάποιου είδους προσωπική εμπειρία του φαινομένου, που θα μπορούσε να συμβάλει στην καλύτερη κατανόηση και ερμηνεία του ρόλου;

Μ.Π: Εμένα η γιαγιά μου ήταν ψυχοκόρη. Ήταν στην οικογένεια επτά αδέρφια και εκείνη δόθηκε σ’ έναν κύριο του ίδιου χωριού για να τον φροντίζει, με προοπτική φυσικά να της κληρονομήσει το σπίτι και τα κτήματα. Φαντάσου πως, ενώ ήταν στο ίδιο χωριό, εκείνη ένιωθε λες και βρισκόταν μια ήπειρο μακριά, αν σκεφτείς ότι, τα αδέρφια της έπαιζαν έξω όλη μέρα, ενώ εκείνη ήταν αναγκασμένη να είναι εσώκλειστη και υποταγμένη στις διαταγές του κυρίου της. Σίγουρα η ιστορία της και το προσωπικό μου αυτό βίωμα με βοήθησε να δω με άλλη οπτική τον ρόλο μου.

M.C: Για να έρθουμε και λίγο στην ομάδα σας… Η γενικότερη αβεβαιότητα που υπάρχει στο θέατρο και τους ηθοποιούς, αμβλύνεται απ’ το γεγονός ότι είστε μια ομάδα ανθρώπων που ξέρουν ότι, παρά τις δυσκολίες, θα συναντηθούν για να δημιουργήσουν και δεν θα μπουν σε μια διαδικασία προσωπικής αναζήτησης;

Μ.Π:Δεν το νομίζω. Υπάρχουν άλλα άγχη σε μια ομάδα. Η διαδικασία επιλογής ενός έργου, ο χώρος, η επικοινωνία, ακόμα και τα γραφειοκρατικά ζητήματα. Αναλαμβάνουμε ρόλο παραγωγού, σκηνογράφου, ό,τι μπορείς να φανταστείς. Από την άλλη, μέσα σε μια ομάδα διαμορφώνεται καλύτερα και η καλλιτεχνική σου ταυτότητα, κι αυτό είναι σημαντικό για να υπάρξεις στον καλλιτεχνικό χώρο που είναι ένα χάος.

M.C: Το γεγονός ότι είστε μια μικρή θεατρική ομάδα και έχετε να ανταγωνιστείτε «θέατρα-κολοσσούς» σας φοβίζει;

Μ.Ν.: Θεωρώ πως για τις μικρές ομάδες ισχύουν ακριβώς τα ίδια πράγματα που ισχύουν και σε μεγάλα θέατρα και αυτό από μόνο του είναι κάτι ανασταλτικό. Βέβαια αυτό κατ’ επέκταση το βλέπεις σε όλη την κοινωνία. Η μικρομεσαία επιχείρηση έχει τις υποχρεώσεις που έχει και η πολυεθνική. Το ίδιο συμβαίνει και στο θέατρο. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν σαφώς πολλές δυσκολίες που προσπαθούμε να αντιμετωπίζουμε μέσα από την ανάγκη μας για δημιουργικότητα και ύπαρξη στο θεατρικό προσκήνιο.

M.C: Πώς βλέπετε την ομάδα σας στο προσεχές μέλλον;

Μ.Ν.: Πρώτα απ’ όλα να είμαστε καλά και να στέκουμε γεροί στα πόδια μας, ούτως ώστε να μπορούμε να είμαστε και δημιουργικοί. Από κει και πέρα, σίγουρα την φανταζόμαστε με πολλά όνειρα, με αισιοδοξία, με νέες δουλειές και σχέδια. Επίσης, θα προσθέσω και με νέο αίμα, με νέους συνεργάτες, γιατί είμαστε μια ανοιχτή ομάδα και καθένας με όρεξη και ταλέντο έχει μια θέση κοντά μας.

 

Απαγορεύεται αυστηρά η χρήση φωτογραφιών, video & κειμένων για αναδημοσίευση χωρίς την άδεια μας ή/και αναφορά του musicity.gr και του συντάκτη / φωτογράφου ως πηγή.

 

video

Με την υποστήριξη μας:

Ανακοινώθηκαν πρόσφατα