Δήμητρα Γαλάνη, τρισύλλαβο όνομα- τρισύλλαβο επίθετο, λες και η νομοτέλεια αυτού του κόσμου φρόντισε ήδη από την κούνια για τη ζυγοστάθμιση των δυνάμεων- τίποτα να μην περιττεύει, τίποτα να μην λείπει. Έτσι την έχω πάντα στο μυαλό μου αυτή τη γυναίκα. Ολόκληρη.
Με αυτή τη διάσταση στέκεται και φέτος στη σκηνή του Gazarte, για τέσσερις επετειακές Δευτέρες. Αυτόφωτη στο κέντρο μιας σκηνής, που την κάνει όλο και πιο δική της σε κάθε επόμενο τραγούδισμα. Να, βρε παιδί μου, όχι ότι ήρθε από αλλού, από άλλο κόσμο, όχι ότι φέρει κάτι το εξεζητημένο, αλλά είναι που νιώθεις τη γη να τρέμει κάθε φορά που σε σχήμα άρτια στρογγυλό τα χείλη της εκσφενδονίζουν το -ω της κατάληξης των ρημάτων. Και σε αυτή τη μικρή στιγμή, σε σχήμα οξύμωρο, ο κόσμος μεγαλώνει.
Οι εποχές της μαθητείας της στα θρανία των προπατόρων αυτής της μουσικής κληρονομιάς, του Χατζιδάκι, του Λοΐζου, του Τσιτσάνη, γίνονται ερέθισμα για πειραματισμό από μια υπέροχη ορχήστρα που μοιάζει να μη στερεύει ποτέ από δίψα για το παρακάτω. Κι αν με ρωτήσεις τι αγάπησα πιο πολύ από τις διαφορετικές αυτές ενορχηστρώσεις, θα σου πω το μαγικό τρόπο που το ούτι και το μαντολίνο προσγειώνουν στη γη, την ώρα που η ηλεκτρική κιθάρα απογειώνει στο διάστημα. Ένα κύμα που ξεκινά από τα «δάνεια» των μεγάλων και καταλήγει στην προσωπική της δισκογραφία. Το ρεπερτόριό της αγκαλιά με τα αγαπημένα της- αγαπημένα μας, σε μια ροή που συνδέει τους χρόνους και τις διαθέσεις κι άλλοτε κορυφώνεται στο σπαραγμό και άλλοτε στην ελπίδα.
Ελπίδα, λέξη μεγάλη με παρενέργεια της επιβεβαίωσής της την ευτυχία. Στη σκηνή του Gazarte έρχεται με την έλευση του Στάθη Δράκου, εκείνου του νεαρού παιδιού που πριν κάποια χρόνια γνωρίσαμε ως frontman των Minor Project και λίγους μήνες πριν χάρισε μαζί με το Νίκο Μωραΐτη στη Δήμητρα Γαλάνη το νέο της δίσκο. Με την γοητευτική συστολή του βλέμματός του, ανεβαίνει στη σκηνή και άλλοτε τραγουδώντας σε ντουέτο μαζί της, άλλοτε μόνος του και άλλοτε παίζοντας μελόντικα, αφήνει σταγόνες από τα αρώματα μιας νέας γενιάς που μεγαλώνει όμορφα και έχει τη δύναμη να πιάνει το χέρι μιας προηγούμενης και να χτίζουν μαζί ένα κοινό παρόν, που στη δική τους περίπτωση κάνει την αρχή του με ένα «Βάλς των χαμένων μετά» που διεγείρει όλες τις αισθήσεις. Κι εκεί ακριβώς εντοπίζεται και η προαναφερθείσα επιβεβαίωση της ελπίδας. Σε αυτά τα χέρια που δένονται αναπάντεχα και έχουν τη δύναμη να χτίζουν μαζί σκεπές για τα όμορφα, για τα αυθόρμητα, για τα αληθινά…