Θέατρο/Είδαμε: «Αρμαντέιλ» του Wilkie Collins @ Σύγχρονο Θέατρο!

Πληροφορίες

Σύγχρονο Θέατρο

Αρμαντέιλ

 

Ο κόσμος στο «Σύγχρονο Θέατρο» στο Γκάζι έχει αρχίσει να συρρέει. Είναι ήδη οκτώ παρά τέταρτο. Το θέμα συζήτησης στα «πηγαδάκια» των παρεών που περιμένουν να μπουν στο χώρο της σκηνής είναι κοινό: «Τέσσερις ώρες παράσταση;». Η αλήθεια είναι πως όταν έχεις να κάνεις μ’ ένα μυθιστόρημα κάτι παραπάνω από χίλιες σελίδες αλλά κι μ’ ένα συγγραφέα όπως ο WilkieCollins, δεν χωράνε περιορισμοί στη γοητεία ακόμα και της πιο μικρής λεπτομέρειας. Άλλωστε, πρόκειται για ένα έργο μυστηρίου. Κάθε λεπτομέρεια καθίσταται σημαντική.

Μπαίνοντας στον χώρο που θα εκτυλιχθεί η θεατρική πράξη έρχεσαι αντιμέτωπος με μια τεράστια ελευθερία. Παρά το μαύρο φόντο, όλα γύρω σου νιώθεις να αναπνέουν. Κάθεσαι στη θέση σου και απέναντι σου προβάλλει ένα τεράστιο σκηνικό βάθος. Μια μεγάλη, σχεδόν άδεια σκηνή, χωρίς κανένα σημείο ένδειξης του τι μέλλει γενέσθαι. Μόνο ένα μικρόφωνο κρέμεται ανάποδα απ’ το ταβάνι και περιμετρικά μπορείς να παρατηρήσεις τοποθετημένες καρέκλες. Τίποτα απολύτως δεν προμηνύει το θέαμα με το οποίο θα αναμετρηθείς ως θεατής για τις επόμενες τέσσερις ώρες. Στον αντίποδα, μια ρίγη χαράζει απαλά την ψυχή σου. Δεν γνωρίζεις τι θα επακολουθήσει, όμως μέσα στη μεγάλη, άδεια και σκοτεινή σκηνή μπορούν να γεννηθούν τα πάντα. Υποσυνείδητα σκεφτόμενος ότι έχεις πάει να παρακολουθήσεις ένα έργο βασισμένο σε μυθιστόρημα του Collins, αυτή η ρίγη σκάβει όλο και πιο βαθιά το «μέσα» σου. Μήπως τελικά αυτή η άδεια σκηνή πρόκειται να γεμίσει με ό, τι πιο ανομολόγητο, πιο μύχιο, πιο σκοτεινό απ’ όσο μπορείς να αντέξεις κι απ’ όσο ο ανθρώπινος εγωισμός μπορεί να σηκώσει;

Δύο άνδρες με το ίδιο όνομα, Άλαν Αρμαντέιλ, έχουν σφραγίσει τη ζωή τους μοιραία. Ένα έγκλημα του παρελθόντος που τους ενώνει, είναι ταυτόχρονα αυτό που πρέπει να τους χωρίσει. Δεν πρέπει να συναντηθούν ποτέ. Παρά ταύτα, ένα αίσθημα πιο ευγενές κι από την ίδια τη μοίρα, η φιλία, τους φέρνει μαζί. Πρέπει όμως να προστατευτούν από μία γυναίκα – αίνιγμα, τη Λύντια Γκουίλτ, το έρεβος της οποίας θα επισκιάσει τους πάντες και τα πάντα. Κι εκεί αρχίζει ένα αέναο παιχνίδι έρωτα και αγάπης, μίσους και συγχώρεσης, αλήθειας και ψέματος, καλού και κακού, ανθρώπου και μοίρας, χωρίς νικητή και ηττημένο, μονάχα με τον άνθρωπο να στέκει στο επίκεντρο όλων αυτών των «σειρήνων» προσπαθώντας να βγει αλώβητος από ένα καταστροφικό ψυχογραφικό θρίλερ: την ίδια τη ζωή.

Επιστρέφοντας στην αρχική επισήμανση περί άδειας σκηνής, όσο προχωρά το έργο κατανοείς πλήρως τη λειτουργικότητα της. Ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης, σκηνοθέτης της παράστασης, τοποθετεί τους ήρωες του Collinsσ’ ένα λευκό χαρτί, δίνοντας τους την ελευθερία να ξεδιπλώσουν τα φύλλα της ψυχής τους σε βαθμό τόσο εκθετικό, που να μπορείς να δεις ακόμα και την τελευταία σπίθα που καίει τον ανθρώπινο νου. Σαν να έχεις μπροστά σου μια σκακιέρα, οι ηθοποιοί παίζουν το παιχνίδι της ζωής, χωρίς κανόνες, χωρίς αρχή και τέλος. Στηριζόμενος στον καταιγιστικό ρυθμό του κειμένου αλλά και στη βαθιά ποιητικότητα του λόγου του Collins, ο Ασπιώτης επιτυχώς διατηρεί και τα δύο αυτά στοιχεία σαγηνευτικά αναλλοίωτα στην παράσταση, είτε μέσω της ομιλίας των ηθοποιών άλλοτε σε πρώτο κι άλλοτε σε τρίτο ενικό πρόσωπο, είτε εγείροντας την έντονη σκηνική δράση σε βασικό μοτίβο του πίνακα της παράστασης. Αυτό που μπορώ να ξεχωρίσω είναι ότι ο Ασπιώτης, σκηνοθετικά, κλειδώνει την παράσταση του σε μια δυσκόλως επιτεύξιμη σύμβαση που φέρει θεαματικά αποτελέσματα: αυτή που από τη μία νιώθεις τον σκηνοθέτη να επενδύει κυρίως στις ερμηνείες των ηθοποιών κι από την άλλη να δημιουργεί ένα πρόσφορο έδαφος ανάδειξης μιας καινοτόμας σκηνοθετικής οπτικής. Από τη μία, δηλαδή, έχεις τους ηθοποιούς και τις ερμηνείες τους να αποτελούν την κύρια σκηνοθετική γραμμή, από την άλλη, όμως, γίνεσαι μάρτυρας μιας ευφυούς, απόλυτα σύγχρονης και ευφάνταστης σκηνοθεσίας, η οποία στην ουσία της, κινούμενη άλλοτε συμβολικά και ποιητικά κι άλλοτε ρεαλιστικά και ωμά, δημιουργεί χαρακτήρα υψηλών αξιώσεων.

Στο ίδιο επίπεδο, οι ερμηνείες των ηθοποιών κινούνται σε ρυθμό αξιοπρόσεχτο, με τον Λάζαρο Βαρτάνη στον ομώνυμο ρόλο να δίνει βάθος σ’ έναν όχι και τόσο πολυεπίπεδο ήρωα, τον Φάνη Παυλόπουλο να ερμηνεύει σωματικά και ψυχικά επιτυχώς τον αφελή κύριο Μπάσγουντ, την Ελένη Κάκκαλου να κινείται καλοκουρδισμένα μεταξύ τρέλας και πονηρίας, τη Ζωή Καραβασίλη να διαχειρίζεται το παιγνιώδες και τραγικό του ρόλου της άψογα και τον Μάριο Μακρόπουλο να αποτελεί με το λόγο του τον καλύτερο αφηγητή της ιστορίας του Collins. Θα σταθώ στην άξια αναφοράς ερμηνεία του Χάρη Αττώνη μέσα από τους τρεις ρόλους που υποδύεται, αλλά και στη Σύνθια Μπατσή  που κατ’ εμέ προσφέρει μια ξεχωριστή νότα στην παράσταση αποθεώνοντας την κυρία Όλντερσον.

Η Μαρία Κίτσου, ηθοποιός με σκηνικό ήθος, μέτρο και υπόκωφο λυγμό, αλωνίζει τη σκηνή και μιλά με τις «σιωπές» της. Δεν είναι μόνο το έκδηλο ταλέντο που ξεχωρίζει κανείς πάνω της άμα τη εμφανίσει. Είναι κυρίως το πρόσωπο της, απόλυτα θεατρικό, βγαλμένο από παραμύθι, εύπλαστο, φωτεινό και σκοτεινό ταυτόχρονα δημιουργεί για άλλη μια φορά στη σκηνή τον αναγκαίο – γοητευτικό πάντα – ζωτικό χώρο στον οποίο στεγάζει τον απαραίτητο κυνισμό, το δηκτικό χαμόγελο, τον λυγμό, την κραυγή και την τελική λύτρωση της ηρωίδας της. Στο πλευρό της, ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης, ως άλλος Μιντγουίντερ ή Αρμαντέιλ, καταφέρνει και κινείται στη σκηνή με μια αισθαντική ευαισθησία κάτω από ελεγχόμενα ξεσπάσματα, συναποτελώντας στο πλευρό της Κίτσου, ίσως ένα απ’ τα πιο ενδιαφέροντα θεατρικά ζευγάρια της φετινής χρονιάς. 

Τη μινιμαλιστική σκηνοθεσία ενισχύουν οι φωτισμοί του Τάκη Λυκοτραφίτη, τα ευφάνταστα κοστούμια των Ηλένια Δουλαρίδη και Παναγιώτη Λαμπριανίδη καθώς και η μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού που έρχεται λες και φωτίζει τις λέξεις του κειμένου.

Η παράσταση, τόσο κατά τη διάρκεια, όσο και στο επικό φινάλε της, σε τοποθετεί απρόσκοπτα στο κέντρο ενός πάσχοντος κύκλου που η αποδόμηση του γεννά την αγάπη, όχι μόνο ως λύτρωση αλλά και ως φυσική παρόρμηση των παικτών της ζωής. Μια καλή στιγμή ποιότητας θεάτρου…  

 

 

Μετάφραση: Σάντυ Παπαϊωάννου
Διασκευή: Μαρία Κίτσου - Κωνσταντίνος Ασπιώτης
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Ασπιώτης

Μουσική: Δημήτρης Καμαρωτός
Σκηνικά: Ηλένια Δουλαδίρη
Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη - Παναγιώτης Λαμπριανίδης
Φωτισμοί - Video: Τάκης Λυκοτραφίτης
Βοηθός σκηνοθέτης: Μαρία Κίτσου
Βοηθός σκηνοθέτη: Ελένη Κάκκαλου, Αγνή Χιώτη
Κατασκευή κοστουμιών: Δάφνη Τσακότα

Παίζουν:
Κωνσταντίνος Ασπιώτης, Χάρης Αττώνης, Λάζαρος Βαρτάνης, Ελένη Κάκκαλου, Ζωή Καραβασίλη, Μαρία Κίτσου, Μάριος Μακρόπουλος, Σύνθια Μπατσή, Φάνης Παυλόπουλος.

Θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος μυστηρίου «Armadale» (1866) του Wilkie Collins, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg, σε μετάφραση της Σάντυ Παπαϊωάννου.  Περισσότερα...

 

Απαγορεύεται αυστηρά η χρήση φωτογραφιών, video & κειμένων για αναδημοσίευση χωρίς την άδεια μας ή/και αναφορά του musicity.gr και του συντάκτη / φωτογράφου ως πηγή.