Όπως κάθε μεγαλοφυΐα έτσι και ο Λέων Τολστόι δεν έφυγε μαζί με την εποχή του. Αντιθέτως, κάθεται ακόμα στο γραφείο του, κάπου σε μιαν άκρη της σκηνής του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά κι εξιστορεί τον αντίκτυπο της γαλλικής εισβολής στην τσαρική κοινωνία. Όχι ιστοριογραφικά αλλά ούτε και μυθιστορηματικά όπως ο ίδιος δηλώνει – απλώς καταγράφει με τη δική του πένα τα γεγονότα μέσα από τις μεγαλύτερες διαλεκτικές της ανθρωπότητας: Πόλεμος και Ειρήνη.
Πόλεμος. Ναπολέων vs Αλέξανδρος Α’ και Κουτούζοφ απαιτούν με πρόσχημα την ελευθερία, την ανάδυση των αγριότερων ενστίκτων του ανθρώπου. Οι νεαροί Ρώσοι, ως γνήσιοι υποστηρικτές του έθνους, κατατάσσονται με τιμή στον πόλεμο: σίγουρα από πατριωτισμό, ίσως άλλοι για πλάκα κι άλλοι επειδή βαριούνται φρικτά τη ζωή τους κι ακόμη περισσότερο τη σύζυγο.
Ειρήνη. Ενώ η ειρηνευτική συνθήκη πατάει παύση στην κτηνωδία, η θαλπωρή της ψυχής συστεγάζεται μέσα στα αριστοκρατικά οικήματα με την ευτέλεια του πνεύματος που ανεβαίνει γοργά στους υψηλότερους κοινωνικούς κύκλους. Η εξουσιαστική επιβολή παίρνει ίσως το πρόσωπο του έρωτα και η ειρήνη, μη γνωρίζοντας απ’ ότι φαίνεται πώς να διαχειριστεί τον εαυτό της, κατατάσσεται και η ίδια στον πόλεμο.
Η παράσταση δεν μοιάζει να «υποδύεται» ευτυχώς το πρωτότυπο έργο, αλλά να το «δανείζεται» προσεκτικά, με τρόπο αντάξιο της σύγχρονης ελληνικής θεατρικής σκηνής και χωρίς να επεμβαίνει στην ουσία του. Η νέα πια δομή που συνυπογράφουν η σκηνοθέτιδα και ο Άρης Ασπρούλης βρίσκει απλοποιημένα τα ατελείωτα πρόσωπα και κατανοητές τις διαδοχικές δράσεις.
Η σκηνοθεσία της Ιόλης Ανδρεάδη κινείται επίσης προς αυτή την κατεύθυνση και, με τη βοήθεια της αφήγησης, της ανά τακτά χρονικά διαστήματα αλλαγής δράσης και της υπέροχης μελωδίας του πιάνου επί σκηνής, προσπαθεί, αλλά δεν καταφέρνει με απόλυτη επιτυχία, να σπάσει το βάρος και την μεγάλη έκταση του έργου.
Μερικά έξυπνα σκηνοθετικά τεχνάσματα βρίσκουν πρόσφορο έδαφος κυρίως στην σκηνογραφία, όπως η απολαυστική διάδραση του ερμηνευτή με τον χάρτη στο φόντο και οι κινητές κατασκευές που υποδηλώνουν τους αντίστοιχους, διαρκώς μεταβαλλόμενους χώρους. Τα σχετικά λιτά σκηνικά έρχονται σε αρμονική αντίθεση με τα βαριά κοστούμια εποχής και έχουν κοινό θεμέλιο, εκτός από τη δημιουργό Δήμητρα Λιάκουρα, τον εύστοχο αισθητικό συνδυασμό της περιγραφόμενης και σύγχρονης εποχής.
Η σκηνοθετική και σκηνογραφική άποψη αναδείκνύεται και ενισχύεται από τις εξαιρετικές ερμηνείες των πολυτάλαντων και «δουλεμένων» ερμηνευτών. Όλοι ανεξαιρέτως (και χωρίς προσωπική διάθεση διάκρισης των Πυγμαλίων Δαδακαρίδη, Νεφέλη Κουρή, Κωνσταντίνο Μπιμπή και φυσικότατα του Γεράσιμου Γεννατά στον ρόλο του Ναπολέοντα!), έμπειροι αλλά και διαρκώς ανερχόμενοι ερμηνευτές κρατουν τον θεατή ενεργό. Με λόγο ρευστό, χωρίς στόμφο και υφολογικές φλυαρίες εκφράζουν με χιούμορ την ποιότητα του έργου.
Εν τέλει, παρόλο που αναγνωρίζονται η έντιμη σκηνοθεσία, η αισθητική των σκηνικών, κοστουμιών και μουσικής, αλλά προπαντός οι εξαιρετικότατες ερμηνείες, δεν φαίνονται αρκετά ικανές να προσπεράσουν το βάρος και την κουραστική διάρκεια της παράστασης. Προφανώς και η συμπύκνωση ενός από τα επικότερα αριστουργήματα φαντάζει ως εγχείρημα κάτι παραπάνω από δύσκολο, ωστόσο – άλλωστε – για το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά μιλάμε. Μας έχει συνηθίσει στην υπέρβαση.
Πληροφορίες:
Πόλεμος και ειρήνη
του Λέοντος Τολστόι
Σκηνοθεσία: Ιόλη Ανδρεάδη
Στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Δευτέρα και Τρίτη στις 20:00 μέχρι 31 Μαρτίου 2020