Συνεντεύξεις | Μουσική

Συνέντευξη: Γιώτα Νέγκα – Θέμης Καραμουρατίδης: «Όταν στη βάση βρίσκεται το κοινό ζητούμενο, ανοίγει ο δρόμος, που μετατρέπει όλα τα κτητικά «μου» σε «μας»…»!

7

Γιώτα Νέγκα- Θέμης Καραμουρατίδης

Όταν στη βάση βρίσκεται το κοινό ζητούμενο,
ανοίγει ο δρόμος, που μετατρέπει όλα τα κτητικά «μου» σε «μας»…

Συναντιούνται στο σήμερα κι όμως κουβαλούν κάτι από το χθες… Κάτι ριζωμένο βαθιά, με μια ρίζα που αγκυλώνει στην αλήθεια, γι’ αυτό εσωκλείει την ουσία της στο πέρασμα του χρόνου και τη φέρνει φωτεινή και καινούρια, όμοια με αλώβητη. Το ακούς, το αισθάνεσαι, το εντοπίζεις στο βλέμμα τους και σε εκείνο το προτρεπτικό θαυμαστικό, όταν κοιτιούνται και λένε μαζί το «Πάμε!».
Η Γιώτα Νέγκα και ο Θέμης Καραμουρατίδης γράφουν για πρώτη φορά τα ονόματά τους δίπλα- διπλά και τα συνδέουν με εκείνον τον κρίκο που αφήνει τις ολότητές τους ανέπαφες, αλλά οδηγεί στο πιο ειλικρινές «από κοινού». Εκείνη κι εκείνος. Εκείνοι. Φέρνουν στο στόμα ένα «Καινούριο φιλί», το κλείνουν μέσα σε έναν ολοκαίνουριο δίσκο με αρώματα από λογής μπαχάρια, το γιορτάζουν τις Δευτέρες στη σκηνή του Σταυρού του Νότου…
Λες και σε ακουμπούν στα χείλη και στο δίνουν φυλαχτό…



M.C
: Συναντιούνται, λοιπόν, δύο άνθρωποι από διαφορετικές μουσικές γενιές και ρίζες. Ποια κομμάτια χαρίζει ο ένας στον άλλο για να επέλθει το «μαζί»;

Γ.Ν: Η όποια διαφορά στις γενιές ή στην υποτιθέμενη διαφορά ρεπερτορίου δεν εντοπίζεται στον πυρήνα της ουσίας. Αυτό συμβαίνει γιατί ο Θέμης μέσα στη μουσική του τηρεί τη συνέχεια, κρατάει τον κρίκο της αλυσίδας, ακόμη κι αν είναι μεταγενέστερός μου. Όπως εγώ φέρω τη συνέχεια ενός παλαιότερου ήχου, προσπαθώντας να τον τοποθετήσω στο σήμερα, έτσι κι εκείνος γράφει στο σήμερα, κρατώντας, όμως δομές και κώδικες, τους οποίους έχω αναγνωρίσει, οδηγώντας μας με αυτό τον τρόπο στην αίσθηση μιας απόλυτης συγγένειας.

Θ.Κ: Φέρουμε πολύ κοντινά κομμάτια, τα οποία τοποθετούνται σε έναν βασικό πυρήνα, κάτι, που βρίσκει την ολοκλήρωσή του μέσα από την κοινή μας δουλειά. Ο καθένας φέρει τα στοιχεία του και έτσι αυτά παντρεύονται σε έναν άξονα, που λειτουργεί έντονα από κοινού, αυτόν του αισθήματος και της συγκίνησης.

M.C: Πάνω σε αυτές τις κοινές γραμμές, λοιπόν, ποια ξεχωριστά στοιχεία συνεχίζετε να διατηρείτε;

Θ.Κ: Όταν αποφασίζεις να δώσεις στη συνεργασία σου υπόσταση ουσίας, να την καταστήσεις υγιή, όταν, δηλαδή, το ενδιαφέρον σου επικεντρώνεται στο αποτέλεσμα και όχι σε μια προσωπική προβολή, δεν υπάρχει τίποτε του οποίου να θεωρείσαι αποκλειστικός φορέας. Οτιδήποτε βρίσκεται ανάμεσά μας είναι κοινό, τα τραγούδια μου είναι δικά της και τα δικά της γίνονται δικά μου. Όλες αυτές οι διαδικασίες αφήνουν στην άκρη τον όποιο εγωισμό και φωτίζουν το «εμείς». Φαντάσου το σαν ένα κοινό ταμείο, στο οποίο όλοι δίνουν και δεν κρατούν τίποτε.

Γ.Ν: Δε μπορώ να μη συμφωνήσω! Όταν στη βάση βρίσκεται ο κοινός πυρήνας και το κοινό ζητούμενο, αυτόματα ανοίγει ο δρόμος, που μετατρέπει όλα τα κτητικά «μου» σε «μας».

M.C: Αν σας έλεγα να σκιαγραφήσετε ο ένας το καλλιτεχνικό πορτραίτο του άλλου, χρησιμοποιώντας όποια «υλικά» θέλετε, έτσι όπως έχει εντυπωθεί μέσα σας και το οποίο λειτούργησε ως η αφορμή για αυτή την ένωση…;

Γ.Ν: Μονόκερως! Γοητευτικός και μοναδικός, έρχεται μέσα στους αιώνες και γίνεται ένα υπέροχο, δυνατό άλογο.

Θ.Κ: Η Γιώτα θα ήταν ένας πίνακας του Νικολάου Γύζη. Έχει μια βαθιά ελληνικότητα, μια συγκίνηση προερχόμενη από παλιά, μια ένταση, έναν πλούσιο συναισθηματισμό, ο οποίος συμπορεύεται με την απόλυτη σοβαρότητα αυτού που είναι και φυσικά αστείρευτο ταλέντο. Ο τρόπος, που λειτουργεί, ανεξάρτητα από το εκάστοτε είδος που τραγουδά, φέρει το αίσθημα του παλιού λαϊκού τραγουδιού. Όλο αυτό που συντελείται μέσα σου έχει μια αίσθηση κλασικού. Σε «τραβάει», σου σφίγγει το στομάχι!

M.C: Πώς αντιμετωπίζετε τη σχέση μεταξύ δημιουργού και ερμηνευτή; Πώς διανέμονται οι ρόλοι και ποια αλληλεπίδραση οδηγεί στο τελικό αποτέλεσμα;

Θ.Κ: Η σχέση μας έχει μια εξαιρετική ευκολία κι αυτό βασίζεται στο διακριτό των ρόλων μας. Ο καθένας φέρνει το δικό του κομμάτι και το τοποθετεί σε αυτό το «κοινό ταμείο», που αναφέραμε πριν. Αυτό το ξεχωριστό κομμάτι χαίρει μεγάλου σεβασμού από την άλλη πλευρά, κάτι που επιτρέπει στον καθένα να γνωρίζει πού ακριβώς τοποθετείται. Στη συνείδηση και των δύο μας είναι ξεκάθαρο πως η Γιώτα είναι η ερμηνεύτρια και εγώ ο συνθέτης. Έτσι, ο ένας αφήνει στον άλλο το χώρο του, ένα χώρο, που θέλει να έχει σε πλήρη ανάπτυξη, προκειμένου να ορίζει και το δικό του όπως πρέπει. Προσωπικά, αυτή η δομή με έχει κάνει να αισθάνομαι ελευθερία και πως όλα έχουν έρθει με έναν τρόπο, που με ικανοποιεί χωρίς να μου αφήνει κενά. Η σχέση μας είναι ισορροπημένη, ξεκάθαρη και ολοκληρωμένη.

Γ.Ν: Συνεχίζοντας αυτά που λέει ο Θέμης, είναι αλήθεια πως έχω κι εγώ ακριβώς αυτή την αίσθηση. Είναι αυτός ο απόλυτος σεβασμός, που τον κάνει να ρίχνει στο «ταμείο» το εκατό τοις εκατό του και έτσι να μου γεννά αυτόματα τη συναισθηματική ασφάλεια να αφεθώ στα χέρια του και να μπω στον κόσμο του. Το ίδιο κάνει κι εκείνος! Δε με έχει πιέσει σε τίποτα, έχω την πλήρη ελευθερία να δοκιμάζω και να δοκιμάζομαι. Η κάθε πρόταση έχει τη μορφή ερώτησης και είναι ντυμένη με σεβασμό. Εάν με ρωτάς, αυτή είναι η «συνταγή», ο καθένας στο μετερίζι του, αλλά με το σύνολο της δύναμης και της ψυχής του.

Θ.Κ: Και αυτό είναι που με κάνει πολύ ευτυχισμένο, γιατί δεν ήμουν σίγουρος εάν είχα αυτή τη δύναμη. Προέρχομαι από μία καλλιτεχνική ομάδα, η οποία εδώ και δέκα χρόνια παραμένει ακλόνητη. Κάνοντας, λοιπόν, αυτό το βήμα ήταν σαν να «μετακομίζω», έχοντας την αγωνία για το εάν θα είναι τόσο όμορφα και εδώ. Κι όμως, είναι τόσο όμορφα! Με το πέρασμα του χρόνου και δένοντας ακόμη πιο πολύ τη σχέση μας με τη Γιώτα, ανακάλυψα έναν καινούριο εαυτό, τον οποίο εφευρίσκω χάρη σε αυτή και ο οποίος νιώθω πως δεν είναι τίποτε παραπλήσιο ή εκπτωτικό. Είμαι εκατό τοις εκατό εγώ.

M.C: Υπάρχει ακόμη η αλήθεια μεταξύ τόσο αγνών σχέσεων ή, πλέον, ακόμη κι αυτές έχουν καταντήσει μια τυποποιημένη διαδικασία;

Γ.Ν: Για κάποιους λειτουργεί ως απλά βήματα, τα οποία τοποθετούνται το ένα μετά το άλλο για να παραχθεί ένα αποτέλεσμα. Για κάποιους άλλους η αναζήτηση της ουσίας είναι ζωτικής σημασίας. Στη δική μας περίπτωση ήταν ακριβώς έτσι, όπως το ονειρευόμουν. Χωρίς «κουτάκια» επόμενων κινήσεων, με μόνη διάθεση τη δημιουργία ενός καθαρού, ειλικρινούς δίσκου με τραγούδια που θα αγγίξουν το συναίσθημά μας, θα ανοίξουν την αγκαλιά και το διάπλατο χαμόγελό μας.

Θ.Κ: Άλλωστε και οι δύο έχουμε δείξει μέχρι σήμερα πως δεν προερχόμαστε από «κατασκευές». Έχουμε επιλέξει να κάνουμε συναισθηματικές συνεργασίες, συνεργασίες αλληλεπίδρασης και ουσίας, μακριά από τη λογική ενός ψυχρού γραφείου μιας δισκογραφικής.

M.C: Κι έτσι γεννιέται ένας δίσκος, το «Καινούριο φιλί», φέροντας αυτό, που ονομάζουμε «λαϊκό αποτύπωμα». Πώς ορίζετε την έννοια του λαϊκού προσωπικά και πώς αυτή αποτυπώνεται στη συγκεκριμένη δουλειά;

Γ.Ν: Η έννοια του λαϊκού ξεπερνά το συγκεκριμένο ήχο ή το συγκεκριμένο τρόπο παιξίματος. Λαϊκό θεωρώ αυτό, που φέρνει το δικό μας χθες, την ελληνικότητα, τον ήχο, τους κώδικες, τους δρόμους και τα συνδέει με το σήμερα. Είναι αυτή η αίσθηση, που σε κάνει να θέλεις να αγγίζεις τον άλλον, να τον κοιτάς και να αντιλαμβάνεσαι πως όλοι έχουμε μια κοινή ρίζα. Λαϊκό είναι κάτι, που δεν είναι κατασκεύασμα αλλά δημιούργημα προερχόμενο από μια βαθιά ανάγκη. Όσον αφορά σε αυτό το δίσκο, αυτή είναι μια αίσθηση, η οποία διατυπώνεται. Φέρνει αυτό το αποτύπωμα τόσο σε επίπεδου ήχου και «δρόμων» όσο και σε επίπεδο χροιάς. Ταυτόχρονα, πρόκειται για τραγούδια καθαρά, με ειλικρινή λόγια και μελωδίες, χωρίς τάσεις εντυπωσιοθηρίας. Τραγούδια, που αγγίζουν και μπορούν να ταυτιστούν με το συναίσθημα του καθένα μας, ντυμένα με την καθαρότητα και την απλότητα που πάντα κουβαλούσε αυτή η φιλοσοφία.

M.C: Πώς εξηγείτε το άχρονο αυτού του τρόπου έκφρασης και τη διατήρηση της βαθιάς του ρίζας ακόμη και σε περιόδους, που πολλές φορές το μετέτρεψαν σε μόδα;

Γ.Ν: Η εξήγηση βρίσκεται στην αλήθεια του. Η αλήθεια είναι ένα στοιχείο που μένει αμετάβλητο, που δεν προσαρμόζεται ούτε μεταβάλλεται. Μένει και είναι αυτούσια.

Θ.Κ: Παρ’ ότι διατηρεί αυτή την αίσθηση, υπάρχουν χρονικές περίοδοι, οι οποίες αποτυπώνονται στον ήχο του. Ωστόσο, παραμένει λαϊκό γιατί αναγνωρίζεις το ίδιο ακριβώς αίσθημα. Προσωπικά, το ζητούμενό μου τοποθετείται στη δυνατότητα ύπαρξης αυτής της έκφρασης σήμερα. Ενώ συναντούμε το χρόνο σε επίπεδο μορφολογίας, ύφους και αισθητικής, αναρωτιέμαι εάν μπορούμε να το συναντούμε ακόμη και σε επίπεδο συναισθήματος. Και μιλάω για αυτό το συναίσθημα, που σε κάνει να πατάς τόσο βαθιά στη γη, που ξυπνάει τόσο κυτταρικά μέσα σου, όσο το κάνει και ένα τραγούδι του ’50. Προσωπικά, με έχει προβληματίσει το γεγονός, πώς, ένα τόσο σημαντικό είδος, από το οποίο παίρνουμε τόση ζωή και κουράγιο, σήμερα που η ανάγκη είναι επιτακτική, δεν παράγεται, παρά μένουμε να κρατιόμαστε από το παρελθόν.

M.C: Κι έτσι, κατ’ επέκταση, πώς έρχεται αυτός ο δίσκος να βρει τη θέση του στο σήμερα;

Θ.Κ: Η αλήθεια είναι πως με βρίσκεις με το ίδιο ερώτημα και αισθάνομαι πως η απάντηση θα δοθεί αφού κυκλοφορήσει και αρχίσει να βρίσκει αντίκρισμα. Για εμάς έχει λόγο ύπαρξης στο σήμερα κι αυτό γιατί πρόκειται για μια δουλειά που έρχεται να πει κάτι, χωρίς πρόθεση να δώσει τη μεγάλη λύση ή να παρουσιάσει κάτι στομφώδες. Θέλει να πει τα πράγματα απλά, χρησιμοποιώντας παλιά μέσα, τα οποία με τη σειρά τους δομούν κάτι καινούριο. Μου φαίνεται αλαζονικό να αυτοσυστήνομαι ως συνθέτης που έφτιαξε ένα λαϊκό δίσκο κι αυτό γιατί το λαϊκό δεν κρίνεται μόνο από τις προθέσεις του, αλλά και από τη δύναμη που έχει, όταν το παίξεις με μια απλή κιθάρα και εκείνο σε πάει «κάπου».

Γ.Ν: Αυτό φαίνεται, άλλωστε και στον τρόπο, με τον οποίο έχουμε επιλέξει να τον παρουσιάσουμε ζωντανά, στα όργανα και την αισθητική που του έχουμε προσδώσει, που στοχεύει στην ανάδειξη του πυρήνα του. Στοχεύουμε σε αυτήν την απλότητα, που κρύβει μέσα της και τη φυσικότητα και η οποία φωνάζει την αλήθεια της. Ελπίζουμε πως οι προθέσεις θα γίνουν εμφανείς και θα επέλθει το άγγιγμα..

M.C: Ποια ανάγκη του καθένα αποτυπώνεται σε αυτή τη δουλειά, σε αυτό το «Καινούριο φιλί»;

Γ.Ν: Αυτός ο δίσκος αποτελεί την πραγματοποίηση της μεγάλης μου λαχτάρας… Όταν τραγουδούσα μόνο λαϊκά, μου έλειπαν τα άλλα τραγούδια κι όταν βρισκόμουν σε σχήματα, όπου το λαϊκό «απαγορευόταν», μου έλειπε εκείνο με τη σειρά του. Για να νιώθω ολόκληρη, θέλω να έχω ολόκληρη τη «βεντάλια» μου ανοιχτή. Αυτή την αίσθηση κατάφερνα να έχω στις προσωπικές μου παραστάσεις, όπου μπορούσα να «χρωματίσω» με όλα τα αγαπημένα μου χρώματα, ξεκινώντας από ένα έντεχνο τραγούδι και φθάνοντας μέχρι ένα ροκ ή ένα βαρύ ζεϊμπέκικο του Στράτου Διονυσίου. Έτσι, σε αυτό το δίσκο έχω τη χαρά να βιώνω την εκπλήρωση αυτής ακριβώς της ανάγκης. Αποτυπώνονται όλες μου οι πλευρές, από τη λαϊκή με τα τυχόν μελίσματα, μέχρι την επιθετική, την παραπονεμένη ή την πιο τρυφερή. Έχω ένα δίσκο, λοιπόν, γεμάτο από όλα εκείνα τα είδη και τους τρόπους που αγαπώ να τραγουδώ.

Θ.Κ: Σε μένα, μέσα από αυτό το δίσκο, προσφέρθηκε μια μεγάλη λαϊκή τραγουδίστρια και αυτόματα άνοιξε μια καινούρια δημιουργική σελίδα. Μου δόθηκε η δυνατότητα να παίξω με άλλους τρόπους και διαθέσεις. Πειραματίστηκα στις φόρμες, αφέθηκα και έκανα πράγματα, τα οποία υπό άλλες συνθήκες θα τα αισθανόμουν απαγορευτικά.

M.C: Τι παρουσιάζει;

Γ.Ν: Περιέχει δέκα τραγούδια σε μουσική του Θέμη, στα οποία στιχουργικά υπάρχει η υπογραφή του Γεράσιμου Ευαγγελάτου, της Λήδας Ρουμάνη, του Οδυσσέα Ιωάννου, του Δημήτρη Χαλιώτη αλλά και του ίδιου του Θέμη σε ένα από αυτά. Θα κυκλοφορήσει στις 17 Φεβρουαρίου από τη Feegood Records.

M.C: Η δισκογραφική σας σύμπραξη θα μεταφερθεί και επί σκηνής, στις ομώνυμες με το δίσκο παραστάσεις, που θα ξεκινήσετε από τη Δευτέρα, 10 Φεβρουαρίου στο Σταυρό του Νότου. Τι αρώματα θα μεταφέρετε;

Θ.Κ: Ο άξονας είναι ο δίσκος. Η βεντάλια του, όπως την ονομάζει η Γιώτα, είναι η ίδια πάνω στην οποία στηρίζεται και η ιδέα του live. Γύρω από κάθε κομμάτι του, υπάρχουν κομμάτια, που αντιστοιχούν σε αίσθηση και αισθητική με αυτό.

Γ.Ν: Δέσαμε μεταξύ τους τραγούδια, που τα αισθανόμαστε συγγενικά. Η γκάμα που καλύπτεται είναι όμοια με τα αρώματα που συναντάμε στο δίσκο και στιγμές- στιγμές έχει μια πιο δυτικότροπη ματιά.

M.C: Πώς επαναπροσδιορίζετε τους ήχους που «παίρνετε» στα χέρια σας και προσθέτετε τη δική σας οπτική;

Θ.Κ: Έχουμε τέσσερις υπέροχους μουσικούς μαζί μας, το Γιώργο Μπουλντή ,τον Άγγελο Πολυχρόνου, το Ντίνο Χατζηιορδάνου και το Νίκο Κατσίκη, με τους οποίους έχουμε αναπτύξει μια ιδιαίτερη σχέση κι έτσι αυτές οι διαδικασίες συντελέστηκαν με σύμπνοια και αγάπη. Δουλέψαμε παραγωγικά και με θετική διάθεση και έτσι φθάσαμε στο αποτέλεσμα με έναν τρόπο, για τον οποίο νιώθω τεράστια χαρά! Καταναλώσαμε κιλά από τυροπιτάκια (γέλια), κάναμε τετράωρες πρόβες και δεν καταλαβαίναμε πώς περνούσε ο χρόνος, παίζαμε σαν παιδιά κι έτσι δημιουργήσαμε κάτι όμορφο και ειλικρινές.

Γ.Ν: Εάν μας κοιτούσε κάποιος κρυφά να κάνουμε πρόβες, δε θα έβλεπε ένα συνθέτη, μια τραγουδίστρια και τέσσερις μουσικούς, αλλά έξι ανθρώπους, που φτιάχνουν κάτι από κοινού. Τα πάντα αφορούσαν στον ίδιο βαθμό όλους μας, κανείς δε λειτούργησε ως εντολοδόχος ή εκτελεστικό όργανο. Έτσι, δώσαμε ο καθένας το δικό του στίγμα και από κοινού πήγαμε ένα βήμα παραπέρα. Έχει τύχει να βρεθώ σε ομάδες, όπου ο καθένας αναλάμβανε ένα ρόλο και τον έφερνε εις πέρας ως μονάδα, με μια λογική διεκπεραίωσης. Αυτή η λογική δεν κάνει καλό ούτε στη μουσική, ούτε στις ψυχές των ανθρώπων…

M.C: Ποια σχέδια υπάρχουν μετά την ολοκλήρωση των εμφανίσεων;

Θ.Κ: Για μένα φυσικά υπάρχει η μόνιμη συνεργασία μου με τη Νατάσσα Μποφίλιου, με την οποία βρισκόμαστε σε περιοδεία και ταυτόχρονα ετοιμαζόμαστε για τα live μας στο Σταυρό του Νότου, το Μάρτιο, ενώ ετοιμάζω και κάποια τραγούδια για το θέατρο. Βέβαια, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός μου είναι το «Καινούριο φιλί». Αναμένω με τεράστια αγωνία να δω πώς θα πορευθεί και είμαι έτοιμος να διοχετεύσω όλη μου την ενέργεια στη στήριξη και την προσοχή αυτού του δίσκου. Προσωπικά, θα ήθελα να μπορέσουμε να μεταφέρουμε την παράσταση αυτούσια σε όσα περισσότερα μέρη μπορούμε, έτσι ώστε να τον «ταξιδέψουμε» όπως του αξίζει!

Γ.Ν: Τα σχέδια μου επικεντρώνονται σε ό, τι έχει να κάνει με το δίσκο και την παράσταση. Έχω τη λαχτάρα να αρχίσουμε να τον μοιραζόμαστε, ελπίζοντας να αγαπηθεί, να συγκινήσει σε στιγμές, να φύγει από εμάς και να πάρει ένα δρόμο για εκεί που αξίζει να πάει.

 

ads in article συνεντεύξεις}

 

 

Απαγορεύεται αυστηρά η χρήση φωτογραφιών, video & κειμένων για αναδημοσίευση χωρίς την άδεια μας ή/και αναφορά του musicity.gr και του συντάκτη / φωτογράφου ως πηγή.


Γιώτα Νέγκα & Θέμης Καραμουρατίδης
«Καινούριο Φιλί» 
Σταυρός του Νότου Plus
 

Aπό τη Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2014
και κάθε Δευτέρα για λίγες παραστάσεις

Η Γιώτα Νέγκα και ο Θέμης Καραμουρατίδης συναντιούνται στη σκηνή του Σταυρού του Νότου Plus από τη Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου και θα είναι εκεί κάθε Δευτέρα, για λίγες παραστάσεις, παρουσιάζοντας τα τραγούδια του δίσκου, στιγμές από την προσωπική τους δισκογραφία μαζί με επιλογές από σπουδαία ελληνικά τραγούδια που όλοι έχουμε σιγοτραγουδήσει και αγαπήσει.

*To album «Καινούριο Φιλί» κυκλοφορεί από την Feelgood Records

Παίζουν οι μουσικοί:
Γιώργος Μπουλντής – μπάσο
Άγγελος Πολυχρόνου – κρουστά
Ντίνος Χατζηιορδάνου – ακορντεόν
Νίκος Κατσίκης – μπουζούκι, μαντολίνο,κιθάρες

Ήχος: Γιάννης Παξεβάνης
Φώτα: Μανώλης Μπράτσης   περισσότερα…
 

 

Σχετικά Άρθρα

Πάνος Μουζουράκης - Μεγαλώνω
Έντεχνα Τραγούδια

Πάνος Μουζουράκης – Μεγαλώνω (video clip) | Nέο single

Ο Πάνος Μουζουράκης παρουσιάζει το νέο του βίντεο για το τραγούδι «Μεγαλώνω»,...

Παύλος Παυλίδης - ΜΠΡΑΝΚΑΛΕΟΝΕ | Νέο album
Έντεχνη Δισκογραφία

Πάνος Μουζουράκης – Μεγαλώνω | Νέο album

Πάνος Μουζουράκης – Γεράσιμος Ευαγγελάτος – Θέμης Καραμουρατίδης «Μεγαλώνω». Το νέο album...

Πάνος Μουζουράκης | Όσα συνέβησαν στην παρουσίαση του νέου του δίσκου "Μεγαλώνω"
Παρουσίαση / Απονομή / Ακρόαση

Πάνος Μουζουράκης | Όσα συνέβησαν στην παρουσίαση του νέου του δίσκου “Μεγαλώνω”

Ο Πάνος Μουζουράκης παρουσίασε το νέο του δίσκο σε στίχους Γεράσιμου Ευαγγελάτου...

Μάριος Φραγκούλης Γιώτα Νέγκα
Συναυλίες 2024 & Lives Αθήνα

Μάριος Φραγκούλης & Γιώτα Νέγκα στο Θέατρο Λυκαβηττού

Μάριος Φραγκούλης & Γιώτα Νέγκα“Της αγάπης παραμύθια”Στο Δημοτικό Θέατρο Λυκαβηττού  Δευτέρα 10 Ιουνίου...