Ταινίες

Σινεμά/Είδαμε: Only Lovers Left Alive (Μόνο οι Εραστές Μένουν Ζωντανοί)

105

 Only Lovers Left Alive/ Μόνο οι Εραστές Μένουν Ζωντανοί

 

Το Only Lovers Left Alive είναι μια ταινία η οποία θα γοητεύσει κάθε φαν της dark αισθητικής και σίγουρα δε θα αφήσει ανικανοποίητο κανέναν. Όπως και σε προηγούμενες δημιουργίες του ο Jim Jarmusch δοκιμάζει να αναδείξει ένα πολυσχιδές ζητούμενο, μέσα από ένα φαινομενικά αιωρούμενο μοτίβο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ξεφεύγει αρκετά από τα συνήθη standards του και μας παρουσιάζει την ερωτική ιστορία δύο σύγχρονων απέθαντων και των κοντινών τους προσώπων (σχεδόν όλοι τους βαμπίρ και ανάμεσά τους ο ελισαβετιανός θεατρικός συγγραφέας Christopher Marlowe (ερμηνεύει ο John Hurt), που υποτίθεται πως σκηνοθέτησε το θάνατό του και έκτοτε ζει απομονωμένος με τη στήριξη ενός πιστού υπηρέτη).

Η βαμπιρική φύση καθιστά τον κόσμο μας αφιλόξενο για τους πρωταγωνιστές που δοκιμάζουν να αντιπαρέλθουν με όσο το δυνατό πιο “πολιτισμένο” τρόπο σε καταστάσεις εξαιρετικά αμήχανες… Αναθεωρώντας στο τι μπορεί να σημαίνει μία ταινία με βαμπίρ, ο δημιουργός πραγματεύεται σε ένα δεύτερο επίπεδο τη σωρευμένη ματαιότητα που σκεπάζει κάθε πλευρά της αλλοτριωμένης ζωής μιας αντικοινωνικής ελίτ και την τοτεμική της εξάρτηση από θανατικά σύμβολα και ψυχότροπες ουσίες.

Ας κάνουμε όμως μια δοκιμή να ακολουθήσουμε την πορεία της τομής που προσπαθεί να χαράξει μέσα απ’ αυτή την ταινία ο Jarmusch: Ας πάρουμε σαν θέση αρχής πως τόσο εκείνοι που βρίσκονται στην κοινωνική κορωνίδα, όσο και το μεγάλο μέρος της μάζας, στον έναν ή τον άλλο βαθμό μετέχει ενός ορισμένου πολιτισμικού συστήματος και αναπαράγει τις αξίες του. Στο περιθώριό αυτού του συστήματος εξελίσσονται οι ζωές όλων εκείνων που η παραγωγική τους λειτουργία τους οριοθετεί εκτός πλαισίου των “Άθλιων” δηλαδή των σύγχρονων μητροπόλεων. Και ενώ οι δύο κόσμοι αναπτύσσονται παράλληλα, μία εκκεντρική μερίδα του πρώτου φλερτάρει με την άγρια ομορφιά του δεύτερου και κοινωνεί την καταπιεσμένη οργή υπόκοσμου, την ψύχωσή των σκοτεινών δρόμων. Είναι η φάρα των “μποέμ”, των περίοικων της κυρίαρχης κουλτούρας. Είναι η ελίτ του περιθωρίου, που με το λόγο και τη τέχνη της μεταφέρει την εμπειρία του απόκληρου σε ένα πλάνο ορατό -αν και όχι πάντα δίχως κόπο- από το αγκυλωμένο πλήθος. Τολμούν να αναμετρηθούν με τα ατσάλινα όρια της εποχής τους κι ενίοτε να τα ξεπεράσουν. Μια επιφανειακή προσέγγιση συνήθως κρίνει πως οι ζωές τους αρμενίζουν σε πελάγη ανεμελιάς και ραστώνης, γιατί δεν μπορεί παρά να αρνείται εμμονικά την επαφή με τις δύσκολες σκέψεις που γεννούν οι υπαρξιακοί δαίμονες και ο συλλογικός παραλογισμός της κοινωνικής μηχανής. Φυσικά η οπτική του Jim Jarmusch βρίσκεται ακριβώς απέναντί από κάθε τέτοια προσέγγιση.

Μέσα από τους ρόλους δύο βρικολάκων, οι Tom Hiddleston (Adam) και Tilda Swinton (Eve) ξετυλίγουν στην οθόνη τη σκοτεινή πλευρά της σχέσης ενός ζευγαριού σε απόσταση που καλείται να επιζήσει στη μάχη με το Αιώνιο, με κύρια όπλα την τέχνη και τον έρωτα και αναγκαία ανάπαυλα την ντόπα… Η καθήλωση της πολιτισμικής πρωτοπορίας στην απομονωτική, decadence πρακτική της, η πρόσδεσή της στο θανατηφόρο άρμα των σκληρών ναρκωτικών και η ελιτίστικη αυτοαναφορικότητά της, στηλιτεύονται δημιουργικά σε μια ταινία – ομολογία ντυμένη με πρωτοπόρο μοντάζ και την εξαιρετική ατμοσφαιρική μουσική των SQÜRL -στους οποίους να σημειωθεί ότι συμμετέχει και ο σκηνοθέτης. Η μουσική επένδυση συντροφεύει άρτια τις εναλλαγές των πλάνων και ξεδιπλώνει μία εξεζητημένη αφήγηση του goth, σε αρμονία με τις πολύ καλές ερμηνείες των πρωταγωνιστών, ενώ τα σκηνικά της ταινίας συνθέτουν ένα τοπίο με εξαιρετικό πλούτο αναφορών πάνω στους άξονες του μακάβριου και της κοινωνικής σήψης.

Σε ότι αφορά τους διαλόγους της ταινίας, έχω την εντύπωση ότι ορισμένες φορές ο θεατής θα νιώσει αμήχανα λόγω της χρήσης τετριμμένων σχημάτων. Πιστεύω πάντως ότι αυτό ελάχιστα μειώνει την αξία της ταινίας. Ένα άλλο στοιχείο που πρέπει να σημειώσουμε είναι πως παρά την ενάργεια της συμβολικής πλαισίωσης, το εμπορικό, δίχως να γίνεται προκλητικό, είναι πανταχού παρόν σε αυτή την ταινία. Το αφηγηματικό της πλαίσιο είναι τέτοιο που καταφέρνει να προσελκύει πολύ μεγαλύτερο κοινό από εκείνο που σε άλλη περίπτωση θα ήταν διατεθειμένο να στοχαστεί πάνω στα ζητήματα που θέτει ο δημιουργός της και συνεπώς θα μπορούσε κανείς να απολαύσει το Only Lovers Left Alive, απλώς σαν μία ταινία με βαμπίρ. Έτσι, παρά τη σταθερή της ροή, την ελάχιστα εντυπωσιακή πλοκή (η τελική κορύφωση δεν είναι εκείνου του επιπέδου που να αναπληρώνει αυτή την έλλειψη) και την περιορισμένη χρήση στοιχείων εντυπωσιασμού, είναι μία ταινία που καταφέρνει να γίνει ευχάριστη σε πολύ διαφορετικά σύνολα θεατών.Είναι ένα έργο που θα γοητεύσει δίχως να εντυπωσιάσει και θα προβληματίσει δίχως να προκαταβάλει απαντήσεις.

ads in article εκδηλωσεις top}

Σχετικά Άρθρα

Ταινίες

Σινεμά/Είδαμε:«Οι Μαριονέτες» του Παντελή Καλατζή!

 Οι Μαριονέτες   Σκοτάδι δεν σημαίνει πάντα κ απώλεια φωτός. Καμιά φορά...

Ταινίες

Σινεμά/Είδαμε:«Η Καινούργια Φιλενάδα» του Φρανσουά Οζόν!

 Η Καινούργια Φιλενάδα   Άλλη μια μέρα χωρίς εσένα. Μπορεί αυτό το...

Ταινίες

Σινεμά/Είδαμε:«Τετάρτη 04:45» του Αλέξη Αλεξίου!

 Τετάρτη 04:45   Αθήνα, χειμώνας του 2010. Βαθιά νύχτα. O Στέλιος Δημητρακόπουλος...

Ταινίες

Σινεμά/Είδαμε: Birdman ή Η Απρόσμενη Αρετή της Αφέλειας του Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου!

 Birdman ή Η Απρόσμενη Αρετή της Αφέλειας    Μια ακόμα ταινία στον...